ΤΙΑΜΑΤ(Μεσοποταμία)

Σε πολλούς πολιτισμούς του κόσμου θα δούμε τους δράκοντες να εμφανίζονται στις απαρχές του χρόνου και με τον ένα ή τον άλλο τρόπο να βοηθούν στη δημιουργία του κόσμου όπως τον ξέρουμε σήμερα. Η Τιαμάτ είναι ένας από αυτούς τους δράκοντες, που μαζί με τον σύντροφο της Απσού κυριαρχούν στον κόσμο πριν από την εμφάνιση των ανθρώπων.

Ο βαβυλωνιακός αυτός μύθος της δημιουργίας αναπτύχθηκε από τους Ασσύριους και από τους Ακκάδες και έχει διατηρηθεί σε επτά πλάκες που ανακαλύφθηκαν από τον George H. Smith μαζί με άλλα κείμενα που ανακαλύφθηκαν στη Νινευή. Οι πλάκες αυτές χρονολογούνται στο 1000 π.Χ. αλλά ο μύθος θεωρείται πολύ πιο παλιός προερχόμενος από της εύφορες κοιλάδες του Τίγρη και του Ευφράτη όταν στις περιοχές αυτές ανθούσαν οι πολιτισμοί των Ακκάδων και των Σουμέριων το 3000 πριν τη γέννηση του Θεανθρώπου.

Σύμφωνα λοιπόν με τον μύθο υπήρξε πριν την δημιουργία της γης και του ουρανού οι θεοί δράκοι Απσού που συμβόλιζε το γλυκό νερό η θεά και μητέρα πολλών κατοπινών θεοτήτων Τιαμάτ, που συμβόλιζε την άγρια θάλασσα και το αλμυρό νερό. Τα παιδιά των θεών αυτών θέλοντας να σφετεριστούν την δύναμη των γονιών τους συγκεντρώθηκαν και σκότωσαν τον πατέρα τους, με σκοπό αργότερα να εξολοθρέψουν και την Τιαμάτ. Όταν κατάλαβε τι είχε γίνει η Τιαμάτ έβγαλε μέσα από τα κύματα της πληθώρα τερατόμορφων πλασμάτων. Τεράστια ερπετά, πλάσματα άλλα με κεντριά σαν του σκορπιού και άλλα με σώματα ταύρου, λαγωνικά με μάτια που σπινθηροβολούσαν από φωτιά αλλά και πλάσματα του βυθού μαζεύτηκαν να την υπερασπιστούν. Το πιο τρομερό από όλα όμως ήταν η ίδια η Δράκαινα. Με δύο δυνατά πόδια που κατέληγαν σε νύχια κοφτερά σαν στιλέτα, μακρύ λαιμό με δύο κέρατα στην κορυφή του κεφαλιού της και σώμα καλυμμένο με αδιαπέραστα λέπια, ήθελε να πάρει εκδίκηση για τον χαμό του συντρόφου της. <!– /* Font Definitions */ @font-face

Στη θέα αυτή η θεοί τράπηκαν σε φυγή ψάχνοντας κάποιον να αντιμετωπίσει το πλάσμα αυτό. Ο ήρωας τους ήταν ο Μαρντούκ γιος του θεού ήλιου που πήρε την απόφαση να αντιμετωπίσει τον φοβερό αυτό δράκοντα, με αντάλλαγμα να γίνει ο βασιλιάς τον θεών αν κατάφερνε να βγει νικητής. Οι υπόλοιποι θεοί συμφώνησαν και έτσι ο Μαρντούκ πήρε το τόξο και τα βέλη του, τους ανέμους και ένα άθραυστο δίχτυ και πήγε να βρει την αντίπαλο του.

ξεφύγει. Αμέσως έστειλε ένα τυφώνα καταπάνω της και όταν εκείνη άνοιξε το στόμα της, όπως περίμενε, να τον καταπιεί, έστειλε μέσα της όλους τους ανέμους κρατώντας το στόμα της ανοιχτό. Χωρίς να χάσει χρόνο όπλισε το τόξο του και πέρασε το βέλος μέσα από το ανοιχτό στόμα της, βρίσκοντας την στην καρδιά. Το άψυχο σώμα της έπεσε νεκρό και στη θέα αυτή η ορδή από τα τέρατα που είχαν μαζευτεί σκόρπισε μακριά.

Ο Μαρντούκ έκοψε στα δύο το σώμα της και από το ένα κομμάτι έφτιαξε τον ουρανό και από το άλλο την γη. Δημιούργησε τα αστέρια και τα ουράνια σώματα και γέμισε την γη με πεδιάδες, δάση ποτάμια και βουνά. Στο τέλος από τις φλέβες του Κίνγκου, ενός από τους στρατηγούς της Τιαμάτ, έφτιαξε το ανθρώπινο είδος. Μία φυλή γεννημένη από αίμα και καταδικασμένη να το χύνει σε μεγάλες ποσότητες στους αιώνες που θα ακολουθήσουν.

Ο συμβολισμός του δράκοντα στους μύθους της δημιουργίας έχει να κάνει συνήθως με το αρχέγονο χάος που μόνο με την βοήθεια κάποιου θεού μπορεί ο άνθρωπο να αντιμετωπίσει. Στην περίπτωση αυτή ο Απσού συμβολίζει τα ποτάμια και τις λίμνες που ο άνθρωπος εύκολα δάμασε ενώ η Τιαμάτ συμβολίζει την άγρια θάλασσα με τα πλάσματα της που δύσκολα την αντιμετωπίζει.

Ό μύθος αυτός μας θυμίζει λίγο και τον δικό μας όπου οι Ολύμπιοι θεοί μαζεύτηκαν να πολεμήσουν τον πατέρα τους Κρόνο και τους τιτάνες. Για να εκδικηθεί η Γαία για τον χαμό τον παιδιών της αλλά και τον ευνουχισμό του άντρα της, έστειλε τον γίγαντα Τυφώνα που ήταν από τη μέση και κάτω φίδι. Μόλις είδαν το πλάσμα αυτό οι θεοί τράπηκαν σε φυγή εκτός από την Αθηνά, η γενναία στάση της οποίος φιλοτίμησε τον Δία που γύρισε να την βοηθήσει.

ΤΙΑΜΑΤΤΙΑΜΑΤ

ΤΙΑΜΑΤ

Ο ΙΝΔΙΚΌΣ ΔΡΆΚΟΣ

Ο δράκοντας αυτός θεωρείται από τους μεγαλύτερους καθώς μπορεί να ξεπερνά τα 55 μέτρα και θεωρείται από τους μακροβιότερους του είδους του. Ο μαύρος δράκος των βάλτων είναι πιο αργοκίνητος και χωρίς λοφίο ενώ Δράκος των βουνών είναι ταχύς με χρυσό δέρμα φουντωτό λοφίο που λάμπει σαν φωτιά και γενειάδα με ένα πολύτιμο πετράδι στο μέτωπο του.

ινδικός Δράκος(Indian Dragon)

Εικ. 44 Ο Δράκοντας παραφυλάει το θύμα του

Η ματιά του παραλύει ανθρώπους και ζώα . το δηλητήριο του δεν είναι θανατηφόρο για αυτό σκοτώνει τα θύματα του με την πανίσχυρη ουρά του. Ζει στα βάθη της γης και όταν κινείται, παράγει ένα μεταλλικό θόρυβο. Όταν πετάει ο αέρας αναταράσσεται. Για να ικανοποιήσει την πείνα του ο Δράκος αυτός τρέφεται με ελέφαντες(Εικ.44). Παραφυλάει σε δέντρα ή πάνω σε βράχους και όταν το μεγάλο ζώο περνά ορμάει πάνω στην ράχη του, τυλίγεται γύρω του και τον σφίγγει μέχρι να καταρρεύσει. Εάν ο δράκος δεν είναι αρκετά μεγάλος και ευκίνητος μπορεί να πεθάνει πάνω στη μάχη από το βάρος του ελέφαντα. Το πετράδι που φέρει στο κεφάλι του εκτός από πολύτιμο έχει θεραπευτικές ιδιότητες καθώς μπορεί να θεραπεύσει όλες τις ασθένειες.

Οι κυνηγοί το αναζητούν και για ένα άλλο λόγο. Όποιος έχει το πετράδι στην κατοχή του και το κρατά στο αριστερό του χέρι είναι αήττητος. Όμως το εγχείρημα είναι δύσκολο, καθώς για να διατηρήσει το πετράδι τις δυνάμεις του πρέπει να αφαιρεθεί όσο ο Δράκος είναι ζωντανός. Προσπαθούνε με διάφορα ξόρκια να τον κοιμίσουν αλλά εάν ξυπνήσει, το τέλος για τους επίδοξους κυνηγούς θα έρθει γρήγορα.

Ο δράκοντας αυτός ταυτίζεται πολλές φορές με τους πύθωνες, αφού είναι φανερές οι ομοιότητες μεταξύ τους. Λέγεται πως στα αρχαία χρόνια της

Ινδίας και της Αιθιοπίας υπήρχαν πύθωνες τόσο μεγάλοι που μπορούσαν να επιτεθούν σε ελέφαντες, και ήταν αυτοί που γέννησαν τον μύθο του δράκοντα αυτού.

Ο ΙΑΠΩΝΙΚΟΣ ΔΡΑΚΟΝΤΑΣ

Οι δράκοντες στην Ιαπωνία είναι πανομοιότυποι με αυτούς τις Κίνας. Κύριες διαφορές είναι ότι εμφανίζονται σαν στοιχεία του αέρα και ότι έχουν τρία δάχτυλα αντί για πέντε που έχει ο Αυτοκρατορικός Κινέζικος Δράκος.

Η πιο γνωστή μορφή είναι αυτή του Τάτσου(Tatsu), που είναι απόγονος ενός πρωτόγονου Κινέζικου Δράκου. Πολύ πιο γνωστός και τρομερός είναι ο οχτακέφαλος δράκος που αντιμετώπισε ο Σούσα-νο-ουο (Susanowo), αδερφός της Ιαπωνικής θεάς του ήλιου Άμα-τερασού(Amaterasu). Καθώς ταξίδευε δίπλα στον ποταμό Χι-νο-κα-μι(Hinokami) στην επαρχία Ιζούμο(Izumo) ο Σούσα-νο-ούο συνάντησε μια όμορφη κοπέλα μαζί με ένα ηλικιωμένο ζευγάρι ενώ ήταν όλοι πολύ λυπημένοι. Όταν τους ρώτησε το λόγο που ήταν θλιμμένοι του απάντησαν πως το ζευγάρι ήταν γονείς της κοπέλας, που ήταν η τελευταία από τις οχτώ θυγατέρες τους. Κάθε χρόνο τα τελευταία επτά χρόνια ένας δράκος από το Κόσι(Koshi) απήγαγε και καταβρόχθιζε μία από τις αδερφές και τώρα ήταν η σειρά της μικρότερης Κούσι-ίναντα-ίμε (Kushi-inada-hime).

Ο δράκος ήταν τόσο μεγάλος που το τεράστιο σώμα του κάλυπτε οχτώ λόφους και οχτώ πεδιάδες και δέντρα με βλάστηση φύτρωναν πάνω στην ράχη του. Είχε οχτώ δυνατές ουρές και οχτώ τερατώδη κεφάλια, το καθένα με μάτια κατακόκκινα, όπως τα χειμερινά κόκκινα κεράσια. Κανένας θνητός δεν μπορούσε να αντιμετωπίσει τέτοιο πλάσμα, αλλά ο Σούσα-νο-ουο ήταν πολλά περισσότερα από ένας απλός θνητός. Ο ήρωας ζήτησε από το ζευγάρι να τους δώσουν την κόρη τους για γυναίκα του και εκείνος θα τους απάλλασσε από το μαρτύριο τους. Μόλις δέχτηκαν έβαλε σε εφαρμογή το σχέδιο του.

Αφού μεταμόρφωσε την κοπέλα σε χτένι και την έκρυψε στα μαλλιά του ζήτησε από τους γονείς της να ετοιμάσουν μια μεγάλη ποσότητα από σακέ(κρασί από ρύζι) και να το βάλουν σε οχτώ μεγάλες κανάτες. Ένα μεγάλο τείχος χτίσθηκε με οχτώ πύλες μία πίσω από κάθε κανάτα. Μόλις ετοιμάσθηκαν όλα ο ήρωας με τους γονείς της κοπέλας κρύφτηκαν περιμένοντας τον δράκο να εμφανισθεί. Καθώς περίμεναν με ανυπομονησία το μεθυστικό άρωμα του κρασιού λειτούργησε σαν δόλωμα οδηγώντας το δράκο να περάσει το κάθε κεφάλι του μέσα από μία πύλη και να κατευθυνθεί προς τις κανάτες. Τόσο καλό ήταν το κρασί που το ήπιε όλο με αποτέλεσμα να ζαλιστεί και να πέσει για ύπνο.

Μη χάνοντας καθόλου χρόνο ξεπήδησε από την κρυψώνα του και με το σπαθί του το τρομερό Σκάιουορντ(skyward) έκοψε το τέρας ενώ ήταν σε κώμα σε μυριάδες κομμάτια μετατρέποντας τα νερά του ποταμού, κόκκινα από το πηχτό αίμα του δράκου.

Έτσι έλιξε η κυριαρχία του δράκου Κόσι και ξεκίνησε του Σούσα-νο-ουο στο Ιζούμομε με την καινούρια του γυναίκα και με καινούριο σπαθί. Καθώς μέσα σε μία από τις ουρές του δράκου ανακάλυψε ένα πανέμορφο δίκοπο σπαθί το Κούσα-νάγκι-νο-τάκι(Kusanaginotachi) ή πιο απλά δρακόσπαθο, που το έδωσε στην αδερφή του και θεά του ήλιου.Ιαπωνικός Δράκος

Το σχέδιο του Kunisada μας δείχνει την θρυλική Taishin να περνά πάνω από τον ωκεανό στην πλάτη ενός λευκού δράκοντα.

Πολύ διαφορετικός από τον δράκο Κόσι, αλλά όχι λιγότερο εξωτικός στην εμφάνιση , είναι ο Άι ρίο ή αλλιώς πουλί δράκος. Υπάρχουν πολλές αναπαραστάσεις του πλάσματος αυτού στο μοναστήρι Τσι-ον-ιν(Chionin) στο Κυότο(Kyoto). Το πλάσμα αυτό αναπαρίσταται με φτερωτό σώμα και ουρά, γαμψά νύχια πουλιού, αλλά ατόφιο το κεφάλι με τα μουστάκια του δράκου. Η μεταμόρφωση των δράκων σε πουλιά είναι συνηθισμένο φαινόμενο στην

Ιαπωνία καθώς ο δράκος πουλί είναι η τελευταία και πιο τέλεια μορφή του δράκου. Αυτό εξηγείται καθώς ο δράκοντας είναι περισσότερο από οτιδήποτε άλλο σύμβολο του αέρα. πουλί Δράκος

Στην επαρχία Γιάμα-σίρο(Yamashiro) κοντά στο Κυότο(Kyoto) βρίσκεται μια εξαιρετικά μεγάλη πηγή με το όνομα Ουκισίμα(Ukisima). Τους ζεστούς καλοκαιρινούς μήνες τα παιδιά κολυμπούν στα ρηχά γιατί ξέρουν πως στα άπατα βάθη είναι η περιοχή ενός μεγάλου άσπρου δράκου με κατάλευκα γυαλιστερά λέπια.

Το πλάσμα αυτό είναι πηγή κακού και απόγνωσης στο ντόπιο πληθυσμό, γιατί κάθε 50 χρόνια παίρνει την μορφή ενός χρυσού πουλιού, που το τραγούδι του φέρνει λύπη και μοιάζει με το ουρλιαχτό του λύκου. Η εμφάνιση του δράκου αυτού ή το άκουσμα του τραγουδιού του είναι προμήνυμα για μια εποχή καταστροφών και

επιδημιών κατά την οποία πολλοί πεθαίνουν. Ο δράκος αυτός λέγεται πως είχε εμφανιστεί τον Απρίλιο του 1834 όπου είχαν ξεσπάσει επιδημίες και πείνα μάστιζε την περιοχή λίγο αργότερα. Τα φτερά του μπορεί να είναι χρυσά και γυαλιστερά αλλά δεν σε ξεγελούν καθώς το τραγούδι του θα προδίδει την πραγματική φύση του, αυτή του αγγελιοφόρου των άσχημων οιωνών.

Παρά την δύναμη τους που συνήθως είναι θεϊκή, οι δράκοντες έχουν και αυτοί εχθρούς. Ανάμεσα στους πιο ενοχλητικούς είναι τα πνεύματα αλεπούδες που κουβαλάν δαιμονικά αντικείμενα για να είναι σίγουρα πως δεν θα τους επιτεθούν οι δράκοι. Τα πνεύματα αλεπούδες συχνά βασανίζουν και τους ανθρώπους. Ζούνε 1,000 χρόνια και στην ενηλικίωση τους γίνονται αφέντες τις μεταμφίεσης. Αλλά αν κάποιο πνεύμα αλεπού μεταμφιεστεί σε άνθρωπο δεν είναι δύσκολο να το καταλάβεις καθώς βρίσκονται πάντα δίπλα σε κάποια λίμνη και η αντανάκλαση τους σε αυτή δείχνει τη πραγματική τους μορφή, αυτή μιας αλεπούς.

Όπως προδίδει και το όνομα τους μπορούν να μεταμορφωθούν και σε κανονικές αλεπούδες. Αλλά μπορείς να τις αναγνωρίσεις καθώς κίτρινες γλώσσες φωτιάς καίνε πάνω από το κεφάλι τους. Μόνο όταν ζήσουν 1.000 χρόνια στη γη χάνουν την δαιμονική τους φύση. Το τρίχωμα τους γίνεται μεταξένιο λευκό ή χρυσό αποκτούν εννιά ουρές και πηγαίνουν στον παράδεισο.

Σε ένα άρθρο στο περιοδικό Scientific American, το οποίο χρονολογείται από το 1916 J. OMalley Irwin υποστηρίζει πως η μακρόχρονη ανατολίτικη πίστη και παράδοση στους Κινέζικους και Ιαπωνικούς Δράκους, μπορεί να υπάρχει από ευρήματα δεινοσαύρων που ανακαλύφθηκαν πολύ νωρίς, όπως αυτά του Morosaurus που ανακάλυψαν το 1915 από τον Irwin και την γυναίκα του, καθώς εξερευνούσαν μια μεγάλη σπηλιά ονόματι Σιεν Καν Τζου(Shen Kan Tzu) στα παράλια του ποταμού Ιάνγκτζε (Yangtze) κοντά στο Ίτσανγκ Γφορτζ(Ichang Gorge).

Η αμερικανίδα επιστήμονας Δρ. Καρλ Σάγκαν(Dr.Carl Sagan) προχώρισε την θεωρία των δράκων ένα βήμα πιο κάτω υποστηρίζοντας στο βιβλίο της The Dragons of Eden πως οι μύθοι και οι θρύλοι που είναι βασισμένοι στους δράκοντες, προέρχονται από την μνήμη των πρώτων θηλαστικών που είχαν έρθει σε επαφή με τους απόγονους των τεράστιων ερπετών του παρελθόντος.

Δεν υπάρχει πάντως αμφιβολία πως κάποια είδη δεινοσαύρων έχουν πολλές ομοιότητες με τους δράκοντες. Υπάρχει ακόμα μία θεωρία που υποστηρίζει πως οι δράκοντες τις ανατολής έχουν εμπνευστεί από πραγματικά πλάσματα όπως ένα σπάνιο είδος θαλάσσιου πλάσματος που μοιάζει τόσο με χέλι όσο και με δράκο.